Αλήθειες που σας έχω κλείσει
μες στα κατάβαθα του νου,
αχτίδες από κάποια δύση
φωτοπλημμύριστου ουρανού,
στον Κύριο δέομαι να μ’ αφήσει
παντοτινά να σας χαρώ,
ώσπου τα μάτια να μου κλείσει
τ’ αγγέλου τ’ απαλό φτερό.
Να φέγγετε στα τρίσβαθά μου
σαν το καντήλι στο βωμό,
για να κρατώ τα βήματά μου
μακριά απ’ το χάος και το γκρεμό.
Αλήθειες που σας έχω κρύψει
στη μαγεμένη μου ψυχή,
δώρα σταλμένα από τα ύψη
για να με κάνετε ευτυχή,
ώρια λουλούδια μου, ακριβά μου,
ας δώσει ο Κύριος να γενεί
ν’ ανθοβολάτε στην καρδιά μου
ως τη στιγμή μου τη στερνή.
Κι όθε περνώ στου βίου τις στράτες,
λίγη η ζωή μου είτε πολλή,
να ευφραίνω ολούθε τους διαβάτες
με τη γλυκιά μοσχοβολή.
Αλήθειες που σας έχω πάρει
από το στόμα του Χριστού
και σας φυλάω με το καμάρι
και τη λαχτάρα του πιστού,
με τα χρυσόνειρα του νου μου
σας έχω πλέξει ένα κλουβί,
αηδόνια του καλού Θεού μου,
να κελαηδείτε κάθε αυγή.
Και να μου λέτε τα τραγούδια
μες στ’ απαλόφωτο πρωινό,
που θα μου ψάλλουν τ’ αγγελούδια
μια θείαν αυγή στον ουρανό.