Δεν ποθώ την ομορφιά, πετά και φεύγει,
ούτε βρίσκω αποκούμπι στο χρυσό,
το χαμόγελο των άλλων με πλανεύει
κι η ηδονή μ’ αφήνει απέραντο κενό.
Τι είναι αφθορο κι αιώνιο αναρρωτιέμαι,
τι γλυκαίνει και ζεσταίνει την ψυχή,
τι είχαν οι άγιοι με πόνο, συλλογιέμαι,
είχαν στόλισμα ακριβό την αρετή.
Η καρδιά μου μ’ ένα πόθο σμιλεμένη
στου παράδεισου την πόρτα να βρεθώ,
αρετή, πες μου, πού βρίσκεσαι κρυμμένη,
βρες μου δρόμο για το θείο θησαυρό.
Η αρετή φυτρώνει εκεί που δεν τη βλέπουν
οι τρανοί της γης, του κόσμου οι δυνατοί,
η αρετή κάνει τ’ αγκάθια ν’ ανθίζουν
και αμίλητοι να μένουν οι σοφοί.
Όποιος σκύψει ταπεινά κάτω στο χώμα,
προσπαθήσει κι αυτός χώμα να γενεί,
οι αγγέλοι τραγουδούν στο ουράνιο δώμα,
της μετάνοιας μεστώνουν οι καρποί.
Η καρδιά μου με ένα πόθο σμιλεμένη…