Στης ερήμου τα βάθη την πνοή σου ζητούσα,
είδα δίπλα μου βήματα, με φόβο κοιτούσα,
ψάχνω άνθρωπο να βρω, μα φωνάζεις, Χριστέ μου,
εγώ θα ‘μαι μαζί σου, μη φοβάσαι, πιστέ μου.
Ως την άκρη του κόσμου θα σε έχω κοντά μου
και στα κύματα επάνω πόση είναι η χαρά μου,
θα οδηγείς κάθε βήμα, της ψυχής εσύ ρύστης,
σκέπασέ με, Πατέρα, να μη χάσω την πίστη.
Να βαδίσω μαζί σου πόσο, Θεέ μου, ποθώ,
σαν το Σίμωνα τον τίμιο Σταυρό να κρατήσω,
σαν τους δώδεκα στη λίμνη θέλω να πορευθώ,
ακούραστη ιχνηλάτης στο πλευρό σου να ζήσω.
Μες στο δρόμο μου εμπόδια τρέμει τώρα η ψυχή μου,
με κυκλώνουν με μίσος τα θεριά της ερήμου,
δίπλα πάλι σε ψάχνω, μα γεμίζω με θλίψη,
χάνω τα βήματά σου, με έχεις εγκαταλείψει;
Στην αντάρα της μάχης πάλι εσύ με φωνάζεις,
τα δικά μου τα βήματα στην άμμο κοιτάζεις,
της ζωής σου τα ίχνη έχεις τώρα πια χάσει,
γιατί σ’ έχω στα χέρια κι έχει η μάχη κοπάσει.
Να βαδίσω μαζί σου πόσο, Θεέ μου, ποθώ…