Ένα στιχάκι προσπαθώ να γράψω,
με την κιθάρα μου το τραγουδώ,
γιατί πολύ το ήθελα, Χριστέ μου,
στη χορωδία σου να μπω.
Μια χορωδία γεμάτη γέλιο,
όλο ευτυχία, όλο χαρά,
λες και βρισκόσουν, αδελφέ μου,
στου παραδείσου την αγκαλιά.
Παίρνω τότε την κιθάρα μου,
να συνοδέψω ήθελα κι εγώ,
μα είμαι μόνο ένα φάλτσο
στον παραδεισένιο σου σκοπό.
Μου είπαν όμως πως θέλει αγώνα,
προσπάθησα κι εγώ ν’ αγωνιστώ
για να ταιριάζω έστω και λίγο
στον παραδεισένιο σου σκοπό.
Το πιάνο μού είπε τι είναι πίστη,
η λύρα μού είπε για την αρετή,
το βιολί μού είπε για την αγάπη
και μαέστρος μας Εσύ.
Παίρνω πάλι την κιθάρα μου,
να συνοδέψω ξαναπροσπαθώ
και με έκπληξή μου βλέπω, Χριστέ,
πως μ’ εσένα μαέστρα μου μπορώ.
Μπες και συ στη χορωδία, τραγούδα
για να γίνει ο κόσμος μας αυτός
μια παραδεισένια χορωδία,
ένας παράδεισος σωστός.