Στον κήπο της Γεθσημανή τα βήματά μου
τα ίχνη σου πιστά ακολουθούν,
μαζί σου και στο Γολγοθά, Χριστέ μου,
στη δίνη κάθε πόνου, πειρασμού.
Η νύχτα, όμως, πυκνώνει, μεγαλώνει
κι η αμαρτία μού θολώνει τη ματιά,
το φωτεινό σου βλέμμα να με δυναμώνει
ποθεί η καρδιά μου δυνατά.
Όπου κι αν βρίσκομαι, Θεέ μου, μη μ’ αφήνεις,
στον ίσιο δρόμο ή κάτω στο γκρεμό,
το άγιο φως σου μέσα μου να χύνεις
κι αναστημένη πάντα να σε αγαπώ.
Κι έτσι, καθώς μες στη ζωή μου περπατάω,
σε καθετί εσέ αναζητώ
κι εκεί που νιώθω πως σε έχασα μου δείχνεις
την πληγωμένη σου πλευρά να ψηλαφώ.
Στα χέρια σου τα ματωμένα κράτησέ με
κάθε στιγμή, Χριστέ μου, μη χαθώ,
όταν θα πέφτω να με ανασταίνεις,
να μ’ ανεβάζεις απ’ τη γη στον ουρανό.
Εσύ, ανάσταση ζωής, μείνε κοντά μου,
σε κάθε χτύπο μου κι ανάσα να σε ζω,
εσύ που έγραψες με το αίμα σου βαθιά μου
πως δεν υπάρχει ανάσταση χωρίς σταυρό.