Σε λευκές κορυφές,
στου ανέμου τις πνοές
η καρδιά σαν αετός να πετά,
σαν ελάτου αιχμή
να σπαθίζει την αυγή
που ο ήλιος κεντά σαν ξυπνά.
Έλα ψηλά, στην κορφή
που φιλά τ’ αστέρια,
για συντροφιά στη σιωπή
τη δροσοπηγή.
Άσπρες, αγνές να ‘ν’ οι ψυχές
σαν τα περιστέρια,
μες στα ουράνια να χτίζουν φωλιές.
Ροδανθούν οι πλαγιές
στων αγγέλων τις ματιές
και γεμίζει δροσιά η ψυχή,
των πουλιών οι φωνές
ν’ ανεβαίνουν προσευχές
σαν θυμίαμα στο λυτρωτή.
Έλα ψηλα, στην κορφή…