Κάτω από τον έναστρο ουρανό,
εκεί που όλα τον Θεό δοξάζουν,
ένα ψαλτήρι κι ένας ταπεινός βοσκός
τον ουρανό στη γη μας κατεβάζουν.
Και βλέπει ο Κύριος καρδίαν καθαράν,
του Ισραήλ τον κάνει βασιλιά.
Πόσα να σου ψάλω ευχαριστώ,
πώς αίνον καταρτίσω,
όσα είναι τ’ άστρα τ’ ουρανού,
όπως οι άγγελοι να σε υμνήσω.
Εσύ που είσαι ο ποιητής και πλάστης μου,
έργα των χειρών σου είναι οι ουρανοί,
ως θαυμαστόν το όνομά σου, Κύριε,
αχώρητος εντός μου κατοικείς.
Στης ψυχής το σκοτεινό ουρανό
η άρνηση πασχίζει να νικήσει,
να γυρίσω στον πατέρα μου ποθώ,
ποιος την επιστροφή μου θα φωτίσει;
Βλέπω ν’ ανατέλλει ένδοξη η ανάσταση,
γύρω μου ευωδιάζει όλη η γη
κι η προσμονή μου, μπρος μου ολοζώντανη,
να μου προσφέρει αιώνια ζωή.
Το χέρι του με πιάνει, μη χαθώ,
με κάνει πρίγκιπα στον ουρανό.
Πόσα να σου ψάλω ευχαριστώ…