Καλησπερώ σ’, αφέντη μου,
καλές αυγές κοιμάσαι,
καλά σου ξημερώματα,
σαν κάθεσαι και ‘φκράσαι.
Κι εμείς στην πόρτα σου ήρθαμε
με το δικό σου θάρρος,
περικαλώ σ’, αφέντη μου,
να μην το πάρεις βάρος.
Αν είναι θέλημα Θεού
τα κάλαντα να πούμε
και μ’ όλη μας τη συντροφιά
να σας καλησπερούμε.
Αρχιμηνιά κι αρχιχρονιά,
πρώτη Ιανουαρίου,
που μπαίνει ο μήνας του Χριστού,
τ’ αγίου Βασιλείου.
Αφέντη μου, να χαίρεσαι,
αφέντη μου, να ζήσεις,
στον άγιο τάφο του Χριστού
να πας προσκυνήσεις.
Και πάλι να μεταστραφείς,
να ‘ρθεις να χαιρετήσεις,
κεριά και μοσχολίβανα
να φέρεις να δανείσεις.
Άψε, μαΐτσα, τα κεριά,
άψε και τα λυχνάρια
και βάλε μάκι κάστανα
και μάκι λεφτοκάρια.
Και βάλε και γλυκό κρασί
να πιουν τα παλικάρια
που στέκουνε στην πόρτα σας
και τραγουδούν ανάρια.